Συριανός Δείκτης

Αναφέρεται ως ελληνική φυλή το 1930 στην εγκυκλοπαίδεια Ελευθερουδάκη (μαζί με τον Ελληνικό ποιμενικό και το Κρικελιώτικο). Ελληνικό κυνηγετικό περιοδικό το 1935 αναφέρει το Συριανό δείκτη ως ελληνική φυλή που “αξίζει να διασωθεί και να καλλιεργηθεί”. (Αυτά καταρρίπτουν τις θεωρίες περί ξενόφερτων διασταυρώσεων των Ιταλών επί κατοχής). Αναδημοσίευση του άρθρου έγινε το 2004 (Ιανουάριος) στο περιοδικό Κυνηγός & Φύση (σελ. 40). Στην Κύπρο υπάρχει παρόμοιος τύπος σκύλου, που ο Κυνολογικός Όμιλος Κύπρου έχει αρχίσει ν’ αναγνωρίζει. Και αυτή η ελληνική φυλή θεωρείται πλέον εξαφανισμένη, υπήρχε τουλάχιστον μέχρι τη δεκαετία του 70.

Γενικά :Τοπική ποικιλία πολυσχιδούς σε ικανότητες σκύλου δείκτη από την Σύρο. Αναφέρεται ήδη από το 1930 ως αυτόχθονη φυλή από την εγκυκλοπαίδεια Ελευθερουδάκη. Αρθρο κυνηγετικού περιοδικού του 1935 συμπεριλαμβάνει τα “Συριανά” στις αυτόχθονες Ελληνικές φυλές που πρέπει να διασωθούν και να καλλιεργηθούν (αναδημοσίευση, “Κυνηγός και Φύση”, Ιανουάριος 2004 σελ 40). Σύμφωνα με τον Ελευθερουδάκη ο ΣΔ είναι “τοπική ποικιλία της Σύρου, προϊόν διασταυρώσεων Αγγλικών Δεικτών”. Μη ανιχνεύσιμη και ανεπιβεβαίωτη πηγή προέτεινε τον ισχυρισμό ότι οι ρίζες του ΣΔ φθάνουν στον 18ον αιώνα. Το ότι εθεωρείτο συγκεκριμένη φυλή το 1930, σημαίνει ότι πρέπει να έχει τις ρίζες της στο τέλος του 19ου η τις αρχές του 20ου αιώνα. Επομένως εκτρέφεται για τουλάχιστον ένα αιώνα. Αμύητοι παρατηρητές τον περιγράφουν ως ένα μικρότερο η χαμηλής ποιότητας Αγγλικό Πόιντερ, με διευρυμένες εργασιακές ικανότητες που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι δέχθηκε αίμα άλλων φυλών και ιδιαίτερα ιχνηλατών.

Πολλοί έχουν αμφισβητήσει την αξία και την ταυτότητα του ΣΔ. Ο Δρ. Μπασουράκος υιοθέτησε απορριπτική στάση προς την φυλή, θεωρώντας τη απλώς ως απόγονο μιγάδων Αγγλικών Δεικτών που εισήχθησαν στην Σύρο, δια μέσου της ναυσιπλοΐας, κατά την διάρκεια της οικονομικής ακμής της τον 19ον αιώνα. Συγκεκριμένα αναφέρει ότι μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1950 οι περισσότεροι Έλληνες κυνηγοί δεν είχαν καν ακούσει η δεν ήξεραν της ηπειρωτικές φυλές των πόιντερς και σέττερς και ονόμαζαν τα πουλοσκυλα ως Συριανά η Μπράκ. Δηλαδή ο κος Μπασουράκος ουσιαστικά αποκαλύπτει ότι σκύλοι δείκτες / πουλόσκυλα ήταν ευρέως διαδομένοι και εχρησιμοποιούντο αλλά δεν επρόκειτο περί των γνωστών ξένων φυλών αλλά περί κάποιων γηγενών τύπων. Επομένως είχε καλλιεργηθεί σε σημαντικό βαθμό ένας αυτόχθονος τύπος σκύλου δείκτη για να καλύψει τις ανάγκες των κυνηγών ως προς τα πτερωτά θηράματα. Παλαιές φωτογραφίες κυνηγετικών εξορμήσεων, ιδιαίτερα προ του 1960 συχνά συμπεριλαμβάνουν μορφές σκύλων δεικτών που δεν αντιστοιχούν σε καμμία από τις σήμερα γνωστές και διεθνώς αναγνωρισμένες φυλές.

Γενικώς αυτοί οι πρώιμοι τύποι σκύλου δείκτη είναι μικρότερου μεγέθους και πιο βαρειάς κατασκευής από τις σύγχρονες ανάλογες φυλές. Επίσης απορρέει ότι ο τύπος αυτός ήταν διαδεδομένος και κυρίαρχος στο μεγαλύτερο μέρος της Ελλάδας. Ο Ελληνικός όμιλος “Δεικτών και Σέττερς” αρνήθηκε να συμπεριλάβει τον ΣΔ στις φυλές που έθεσε υπό την προστασία του, μετά από σχετική πρόταση στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Η ακριβής καταγωγή και γενεαλογία του δεν είναι γνωστές και μόνο ευφυείς υποθέσεις μπορούν να γίνουν. Πιθανοί πρόγονοι είναι το Αγγλικό Πόιντερ, Ελληνικοί η άλλοι γηγενείς ιχνηλάτες απροσδιορίστου η ανάμικτης καταγωγής, ιχνηλάτες Μπλέ της Γασκώνης, και ηπειρωτικοί δείκτες Μπράκ κυρίως Γαλλικής καταγωγής. Μερικές φορές ο ΣΔ αναφέρεται και ως “Συριανό Μπράκ”. Οι ΣΔ παρότι ευρέως γνωστοί μεταξύ των κυνηγών δεν έχουν μελετηθεί επαρκώς. Τα περισσότερα δείγματα είναι στην κατοχή Συριανών ιδιοκτητών οι οποίοι τα κρατούν ζηλότυπα στο νησί τους και δύσκολα τα αποχωρίζονται. Γενικώς δεν πωλούνται σε “ξένους”. Λίγα δείγματα εντοπίζονται στην Τήνο, Μύκονο/Δήλο, Νάξο και την Αττική. Μεμονωμένα δείγματα θα πρέπει να υπάρχουν και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας. Τα κουτάβια καθαρόαιμης γέννας στα Μεσόγεια διατέθηκαν σε διάφορα σημεία της Βορείου Ελλάδας.

Η μη διαθεση δειγμάτων κάνει δύσκολη την αναπαραγωγή της ποικιλίας. Η έλλειψης επικοινωνίας και οργάνωσης μεταξύ των ιδιοκτητών δεν επιτρέπουν τον προγραμματισμό συζεύξεων. Εν τούτοις, αρκετοί κυνηγοί επιθυμούν την διαιώνισή της ως Ελληνική ποικιλία/φυλή. Παλαιότερα, όπως δεκαετία του 1960, οι ΣΔ ήταν περισσότερο διαδεδομένοι και αναγνωρίσιμοι από ευρύ φάσμα κυνοφίλων και κυνηγών. “Συριανό”, σε κάποιο βαθμό, ήταν ίσως ένας γενικός όρος αναφοράς στα αυτόχθονα “πουλόσκυλα” πριν την μαζική εισαγωγή Βρεττανικών και Ηπειρωτικών Ποιντερς και Σέττερς μετά το 1960.

Μορφολογία : Η ακόλουθη περιγραφή βασίζεται σε παρατηρήσεις ενήλικου, καθαρόαιμου, θυληκού δείγματος του οποίου και οι δύο γονείς ήταν επίσης καθαρόαιμοι ΣΔ..
Ενα μικρότερο, ελαφρύτερης κατασκευής, πόιντερ με στοιχεία ιχνηλάτη. Υψος κατώτερο από το κατώτατο όριο αποδεκτό από το επίσημο πρότυπο του Αγγλικού Δείκτη. Το μέγεθος είναι εγγύτερα προς έναν ιχνηλάτη μεσαίου ύψους και κάτω του ανωτάτου επιτρεπτού ύψους του Ελληνικού Ιχνηλάτου.

Στην πράξη πρέπει να υπάρχουν σημαντικές διακυμάνσεις μεγέθους. Το περίγραμα του κορμού είναι παραλληλόγραμο. Το κυνήγι σε ορεινό έδαφος απαιτεί παραλληλόγραμο σχήμα διότι επιτρέπει μεγαλύτερη ευελιξία και την δυνατότητα ξαφνικής αλλαγής κατεύθυνσης. Σύμφωνα με πρακτικούς κυνηγούς, το μεγαλύτερο μήκος κορμού από ύψος αποτελεί ένα από τα χαρακτηριστικά του ΣΔ. καθώς και ότι αναλογικά ο ΣΔ έχει μακρύτερο κορμό από το καθαρόαιμο Αγγλικό Πόιντερ. Επίσης αναφέρουν ότι ένα μικρότερου μεγέθους “πόιντερ” είναι περισσότερο κατάλληλο για τις εδαφολογικές συνθήκες της Ελλάδας. Η κεφαλή έχει πολύ λίγη ρινομετωπική γωνία/στοπ, αλλά είναι μικρότερη και ελαφρύτερης κατασκεύης. Το εμφανές προγούλι δεν είναι αποδεκτό. Τα αυτιά είναι μάλλον μακριά και με λεπτό δέρμα παραπέμπωντας στην εν μέρη ιχνηλατική καταγωγή του. Ο λεπτομερής προσδιορισμος της μορφολογίας του είναι δύσκολος λόγω του δυσεύρετου των δειγμάτων της φυλής και του μη συνεργάσιμου πολλών ιδιοκτητών, κυρίως στην Σύρο. Επίσης δεν είναι γνωστό αν η εκτροφή του έχει παραμείνει σχετικά καθαρόαιμη η εάν περιστασιακά έχει δεχθεί η εξακολουθεί να δέχεται ξένο αίμα.

Εργασιακές Ικανότητες : Ο Συριανός Δείκτης συνδιάζει ικανότητες δείκτη, ιχνηλάτη και επαναφορέα, σε αντίθεση με την αυστηρή ειδίκευση δείκτη του Αγγλικού Πόιντερ. Ως επαναφορέας η συμπεριφορά του δεν είναι απόλυτης πιστότητας αλλά επιτυχής στις 90/120 φορές. Εχει πολύ καλή όσφρηση και εντοπίζει ίχνη αέρος και εδάφους. Μία πηγή πιστοποιεί ότι είναι ικανός να “πιάσει” ίχνη αέρος ακόμα και κατά την επαναφορά θηράματος. Ως επί το πλείστον ειδικεύεται στο πτερωτό θήραμα αλλά δοθεισης ευκαιρίας κυνηγά και τριχωτά θηράματα όπως γηγενές Αγριοκούνελο της Σύρου.

Χρωμα : Λευκό/μαύρο, λευκό/ανοικτό καφέ με μεγαλύτερες κηλιδες και στικτό. Μονόχρωμο μαύρο με μικρές λευκές κηλίδες στο στήθος και τα δάκτυλα. Επίσης μίγμα λευκού/μαύρου/πύρινου όπου το λευκό/μαύρο δείνει την εντύπωση του γκρίζου/μπλέ, ενώ το πύρινο περιοριζεται στο ρύγχος και τα δάκτυλα. Το τελευταίο είναι χρώμα χαρακτηριστικό της Γαλλικής φυλής ιχνηλάτου Μπλε της Γασκώνης/BluedeGascogne που ίσως αποτελεί έναν από τους εν μέρει προγόνους της φυλής. Η παρουσία του Γαλλικού/Φράγκικου Καθολικού στοιχείου στην Σύρο κάνει πιθανή την εισαγωγή Γαλλικών φυλών ιχνηλατών σε ανύποπτες εποχές. Σημειωτέον ότι ο πρώιμος τύπος του Μπλέ της Γασκώνης τον 19ον αιώνα, είχε ιδιαίτερα εκτεταμένες μαύρες επιφάνειες. Το εξαφανισμένο Γερμανικό WurttenbergerBraque είχε το ίδιο χρώμα.
Πρακτικοί κυνηγοί αναφέρουν ότι ο λευκός/πορτοκαλί χρωματισμός πολλών Αγγλικών Δεικτών στην Ελλάδα δεν είναι αντιπροσωπευτικός του Συριανού Δείκτη. Το μαυρο και το λευκό/μαύρο είναι από τα πλεόν διαδεδομένα και επιβεβαιωμένα χρώματα. Γενικώς, το λευκό/μαύρο συνδιασμένο με την μορφολογία ενός μικρότερου μεγέθους Πόιντερ ταυτίζεται ευρέως με τον ΣΔ. Ο Ελευθερουδάκης περιγράφει το χρώμα ως “φαιό” το οποίο αντιστοιχεί στο ανοικτό γρίζο αλλά εξ’ίσου το ξεπλυμένο πορτοκαλί η καφέ. Δεδομένης της ανάμικτης καταγωγής του ΣΔ τα χρώματα των διαφόρων προγονικών φυλών αντανακλώνται στην φυλή ακόμα και ως γενετικές αναγωγές στο παρελθόν.

Χαρακτήρας : Πολύ εκπαιδεύσιμος, υπάκουος, ήπιος.

Αγνωστές ποικιλίες Δεικτών της νησιωτικής Μεσογείου : Ο Συριανός Δείκτης δεν είναι η μόνη ποικιλία σκύλου δείκτη που αναπτύχθηκε σε νησιωτικές περιοχές της Μεσογείου. Ανάλογοι πληθυσμοί υπάρχουν στην Μαγιόρκα / CaMe, Μάλτα / KelbTalKakka, και Κύπρο / Ζάρι. H κάθε μία από αυτές έχει την δική της ταυτότητα και δεν πρέπει να συγχέεται με τον ΣΔ. Το CaMeτης Μαγιόρκα είναι κοντά στην πλήρη αναγνώριση από τον Ισπανικό Κυνολογικό Ομιλο. Το KelbTalKakka θεωρείται ως μία από τις εθνικές φυλές της Μάλτας, ενώ ο Κυνολογικός Ομιλος Κύπρου αρχίσε να μελετά και να καταχωρεί το “Ζάρι” σε γεννεαλόγια. Στην Κύπρο υπάρχει επίσης τοπική ποικιλία φυσικά άννουρων Δεικτών, ενώ παλαιότερα υπήρχαν και Δείκτες με “διπλές/σχιστές” μύτες . Η παρουσία σκύλων δεικτών στην Μεσόγειο είναι καταγεγραμμένη επί πολλούς αιώνες. Τα τάγματα των Σταυροφόρων Ιπποτών του Αγίου Ιωάννη που μεταφέρθηκαν από την Κύπρο, στην Ρόδο και μετέπειτα στην Μάλτα έχουν σε κάποιο βαθμό συνδεθεί με την εκτροφή σκύλων δεικτών που εξελιχθηκαν σε συγγεκριμένες Γαλλικές φυλές όπως το Μπρακ της Ωβέρνης. Η ακρίβεια αυτών των ισχυρισμών έχει αμφισβητηθεί από ιστορικούς κυνολόγους, αλλά ενισχύει την άποψη ότι σκύλοι δείκτες έχουν υπάρξει σε διάφορα νησιά της Μεσογείου επί πολλούς αιώνες.

Πηγές : Πρακτικοί κυνηγοί (6), Ελευθερουδάκης, Κυνηγός κ Φύση, Το Βλεμμα, Κυνηγεσία κ Κυνοφιλία κ.α.

Συμπέρασμα : Διαφοροποιημένος Δέικτης με πρόσμiξη αίματος ιχνηλατών. Μεσαίου μεγέθους με μορφολογία που αντανακλά περισσότερο τον δείκτη. Αυστηρά σκύλος εργασίας. Μη αναγνωρισμένος από κυνολογικούς οργανισμούς και άγνωστης καταγωγής. Οι συζεύξεις του δεν έχουν ποτέ καταγραφεί σε επίσημα γενεαλόγια. Εκτρέφεται ερρασιτεχνικά τουλάχιστον επί έναν αιώνα με μόνο κρητήριο την κυνηγετική ικανότητα. Προσαρμοσμένος στις συνθήκες των Κυκλάδων αλλά και γενικότερα της Ελλάδας. Συνδιάζει ικανότητες δείκτη, ιχνηλάτη και επαναφορέα. Ευρύτερα διαδεδομένος στο πρόσφατο παρελθόν, σήμερα σπάνιος και άγνωστος στο ευρύ κοινό. Αμφισβητούμενος από κάποιους ειδήμονες. Χρήζει βαθύτερης μελέτης και προστασίας.

Γράφει ο Βασίλης Λέκκας

Συριανούς Δείκτες συναντήσαμε και φωτογραφήσαμε κατά την διάρκεια επίσκεψης στην Σύρο το 2012.